Ο Λευκός Πύργος κτίστηκε το 15ο αι., μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς το 1430. Στη θέση του υπήρχε παλαιότερος πύργος της βυζαντινής οχύρωσης της Θεσσαλονίκης, στο σημείο που το ανατολικό τείχος συναντούσε το τείχος της θάλασσας. Ο Πύργος αποτελούσε το ανατολικό άκρο του θαλάσσιου τείχους, υπήρχε άλλος ένας στο δυτικό άκρο και τρίτος στο ενδιάμεσο.
Στο πέρασμα του χρόνου αναφέρεται με διάφορες ονομασίες˙ Πύργος του Λέοντος το 16ο αι και Πύργος της Καλαμαρίας το 18ο αι.˙ το 19ο αι. τον βρίσκουμε με δύο ονομασίες, ανάλογα με τη χρήση που είχε˙ Πύργος των Γενιτσάρων, και Πύργος του αίματος (Κανλή Κουλέ), όταν έγινε φυλακή και τόπος εκτέλεσης καταδίκων. Ο ιστορικός Μιχαήλ Χατζή Ιωάννου το 1888, στο βιβλίο του για μνημεία της πόλης, τον αποκαλεί Βαστίλη της Θεσσαλονίκης, όπου έσφαζαν τους θανατοποινίτες στον εξώστη του, με το αίμα να βάφει τους τοίχους του, ενώ βολή τηλεβόλου από τα δυτικά της πόλης σήμαινε την εκτέλεση της θανατικής ποινής. Το 1883, με διαταγή του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Β’, ο Πύργος ασπρίζεται και του δίνεται η ονομασία Λευκός (Μπεγιάζ Κουλέ). Είμαστε στο δεύτερο μισό του 19ου αι., εποχή που πνέει ο άνεμος της μεταρρύθμισης στην οθωμανική αυτοκρατορία, ύστερα από τις πιέσεις της Αγγλίας, και πύργος με την ονομασία «του αίματος» δεν αρμόζει στη νέα φυσιογνωμία της αυτοκρατορίας. Και ήταν ο κατάδικος Νάθαν Γκουελεντί, που με αντάλλαγμα την ελευθερία του, άσπρισε τον Πύργο. Από τότε έμεινε η σημερινή ονομασία. Με τον καιρό έγινε το σύμβολο της Θεσσαλονίκης, αφού απόμεινε από το 1911 να στέκει μόνος στην παραλία, ύστερα από την κατεδάφιση του θαλάσσιου και του ανατολικού τείχους και του περιβόλου του.
Η Αψίδα του Γαλεριου γνωστή και ως «Καμάρα» είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα και διακεκριμένα ρωμαϊκά μνημεία της Θεσσαλονίκης . Μαζί με τον Λευκό Πύργο αποτελεί ίσως τον δημοφιλέστερο προορισμό τόσο για τους ντόπιους όσο και για τους επισκέπτες της πόλης.
Είναι ένα μνημείο θριαμβικού χαρακτήρα που συγκεντρώνει πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία της Ρωμαϊκής μνημειακής αρχιτεκτονικής ενώ ήταν αφιερωμένο στην νικηφόρα εκστρατεία του αυτοκράτορα Γαλέριου έναντι των Σασσανιδών της Περσίας και την κατάληψη της πρωτεύουσας τους Κτησιφών το 298 μΧ.
Έχοντας πολλά από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των κτισμάτων μνημειακού χαρακτήρα του 4ου αιώνα μΧ., διαθέτει υπέροχα μαρμάρινα ανάγλυφα περίτεχνα σκαλισμένα που απεικονίζουν πλήθος παραστάσεων και ατόμων έχοντας έντονο αφηγηματικό και διακοσμητικό χαρακτήρα.
Η γλυπτή διακόσμηση εντυπωσιάζει ευχάριστα τον επισκέπτη ακόμα και σήμερα, ενώ οι άφθονες παραστάσεις μπορούν να διακριθούν και να μελετηθούν με αρκετά μεγάλη ευκολία.
Χτισμένη το 306μ.Χ από τους Ρωμαίους και τον αυτοκράτορα Γαλέριο, η Ροτόντα είναι ένα από τα αρχαιότερα ιστορικά κτίσματα της πόλης με έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα. Η ιστορία της μας ταξιδεύει πολλούς αιώνες πίσω. Κατά την διάρκεια του 3ου αιώνα μΧ μετά από μια σειρά αιματηρών και καταστροφικών εμφύλιων πολέμων, αποφασίστηκε η διαίρεση της αυτοκρατορίας σε 4 αυτοδιοικούμενες περιοχές, κάθε μια με τις δικές της επαρχίες. Αυτή η κίνηση ουσιαστικά οδήγησε σε μια νέα μορφή πολιτικής διακυβέρνησης που ονομάστηκε Τετραρχία. Οι διοικητικές ανάγκες του νέου συστήματος οδήγησαν τον Γαλέριο στο να διατάξει την κατασκευή ενός εκτεταμένου ανακτορικού συγκροτήματος στην Θεσσαλονίκη καθώς ήταν ένα από τα σπουδαιότερα διοικητικά και οικονομικά κέντρα και μια από τις κύριες πόλεις των επαρχιών που ο ίδιος διοικούσε ως ένα από τους 4 άντρες που κατείχαν την εξουσία. Η Θριαμβική Αψίδα (Καμάρα) και η Ροτόντα υπήρξαν δύο από τα κύρια στοιχεία του ανακτορικού συγκροτήματος. Εντός των αρχικών προθέσεων υπήρχε η πρόβλεψη της χρησιμοποίησης του κτίσματος ως μαυσωλείου, ωστόσο πολλοί αρχαιολόγοι διαφωνούν πιστεύοντας ότι η Ροτόντα εξαρχής προορίζονταν ως Ρωμαϊκός ναός. Οι διαστάσεις του κυρίως κτιρίου είναι εντυπωσιακές.
Δρ Σταμάτιος Θ. Χονδρογιάννης
αρχαιολόγος
Για την πλειοψηφία των κάτοικων της Θεσσαλονίκης πρόκειται αδιαμφισβήτητα για τον πιο σημαντικό παλαιο-χριστιανικό ναό της πόλης για θρησκευτικούς, καλλιτεχνικούς και ιστορικούς λογούς.
Αφιερωμένος στον Άγιο – Προστάτη της πόλης ο ναός έχει μακρά και πλούσια πίσω του η οποία ουσιαστικά ταυτίζεται με την ιστορία της πόλης όπως αυτή διαμορφώθηκε από τα πλούσια γεγονότα που την σημάδεψαν.
Είναι ένα εξαίρετο δείγμα ναοδομίας και θρησκευτικής αρχιτεκτονικής των τελευταίων χρόνων της Πρωτοβυζαντινής περιόδου. (7ος αιώνας μΧ.) Τα αρχικά σχεδία και η εσωτερική διακόσμηση του ναού έχασαν την αρχική τους μορφή ύστερα από μια σειρά ανακατασκευές, προσθήκες αλλά και καταστροφές που συνέβησαν στα πέρασμα των αιώνων.
Η αρχική κατασκευή του Ναού του Αγίου Δημητρίου ανάγεται πίσω στον 4ο αιώνα χ., όταν ένας μικρός Χριστιανικός ναός κατασκευάστηκε πάνω από τα ερείπια των αρχαιοτέρων Ρωμαϊκών λουτρών που βρίσκονταν στον ίδιο χώρο.
Λίγο περισσότερο από έναν αιώνα αργότερα η αρχική αυτή κατασκευή αντικαταστάθηκε από ένα Τρίκλινο ναό, ενώ με πρωτοβουλία του βυζαντινού έπαρχου του Ιλλυρικού Λεόντιου, ενώ η τελική και πιο σημαντική διαμόρφωση έγινε το 629 – 634 μΧ, σαν πεντάκλιτη πλέον Βασιλική με εγκάρσιο κλίτος.
Κατά την διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί ύστερα από την κατάκτηση της Θεσσαλονίκης από τους ίδιους με επικεφαλής τον Μουράτ Β. Ένας ικανός αριθμός μωσαϊκών και τοιχογραφιών καταστράφηκε.
Vergina Hotel
Μοναστηρίου 19,
54627, Θεσσαλονίκη, Ελλάδα
Αριθμός Γνωστοποίησης: 1108695
info@vergina-hotel.gr
Τηλ.: +30 2310 5160 21
reservations@verginah-hotel.gr